Το λευκαρίτικο είναι ότι καλύτερο έχει να επιδείξει η κεντητική τέχνη και η λαϊκή παράδοση στην Κύπρο.
Είναι κέντημα μεγάλης αξίας, που κατοπτρίζει το δυναμισμό, την ευαισθησία και την παρατηρητικότητα της Κύπριας γυναίκας. Τα επιδέξια χέρια της κεντήτριας καταφέρνουν να δημιουργούν πάνω στο ύφασμα, τέλεια σχέδια και καλλιτεχνικά δοσμένα, που ούτε και το χέρι του πιο επιδέξιου σχεδιαστή, δε θα μπορούσε να αποδώσει με τόση λεπτομέρεια, χάρη, ρυθμό και αρμονία.
Όλα τα σχέδια του λευκαρίτικου κεντήματος, είναι εμπνευσμένα από τη φύση και το περιβάλλον και παίρνουν ιδιαίτερη μορφή με το συνδυασμό των βελονιών. Το σημερινό λευκαρίτικο κέντημα, εξελίχθηκε σε μεγάλο βαθμό και στα στερεότυπα παλιά διακοσμητικά γεωμετρικά μοτίβα, προστέθηκαν άλλα καινούργια στοιχεία. Έτσι, μια τεράστια ποικιλία κεντημάτων με τα χαρακτηριστικά ονόματα «αθάσι», «μαργαρίτα», «μακουκούδι», «μη με λησμόνει», «ταγιάδα», «ποταμός», «αρβαλωτός», «κλωνωτός», «αμματωτός», «αραχνωτός», «απλός», «διπλός», «καρούλι», «μηλούδι», και πολλά άλλα, κατακλύζουν την ντόπια και τη ξένη αγορά και αποτελούν την κύρια πηγή εισοδήματος, στη δεξιοτέχνα Λευκαρίτισσα «κεντήτρια» και στον Λευκαρίτη έμπορο κεντημάτων, το «κεντητάρη».
Τα Λεύκαρα εδώ και ένα αιώνα, έγιναν παγκόσμια γνωστά ως η πατρίδα του κεντήματος. Μάλιστα οι ιδιαιτερότητες και η τεχνική των κεντημάτων που κατασκευάζονται στα Λεύκαρα, συνέτειναν στη διαμόρφωση ενός κεντήματος με ξεχωριστό στυλ που έχει πια καθιερωθεί και αποκαλείται «Λευκαρίτικο Κέντημα», ή απλά «Λευκαρίτικο». Δυστυχώς πολλά από τα παλιά σχέδια δε συνεχίζουν να γίνονται, λόγω της δυσκολίας στην εκτέλεση και του χρόνου που απαιτεί η κατασκευή τους, με κίνδυνο να εξαφανιστεί εξ ολοκλήρου η τεχνική του παραδοσιακού κεντήματος.
Φιλοδοξία σήμερα είναι να εκπαιδευτούν και να δημιουργηθούν τέλειες κεντήτριες, δίδοντας απλά τον πλούτο της παράδοσης που κληροδοτήθηκε από γενιά σε γενιά και η συμβολή όλων μας στη συνέχιση της.
Τα πρώτα λευκαρίτικα κεντήματα
Από τα λευκαρίτικα κεντήματα που διασώζονται, φαίνεται καθαρά η συνέχεια και η εξέλιξη των ασπροπλουμιών.
Τα πρώτα λευκαρίτικα γίνονται με τα ίδια υλικά κατασκευής των ασπροπλουμιών, είναι δηλαδή εξ ολοκλήρου βαμβακερά, από ντόπιο χειροποίητο υφαντό χοντρό ύφασμα.
Αργότερα χρησιμοποιήθηκε το καμπρί (χασές) εισαγόμενο λεπτό βαμβακερό ύφασμα και ο μπάκαρης (βαμβακερή κλωστή-καρούλι). Γύρω στα 1913, άρχισαν να χρησιμοποιούν για το λευκαρίτικο, το ντόπιο λινό ύφασμα της Ζώδιας και του Αστρομερίτη και τις λινές κλωστές που έκλωθαν και άσπριζαν για το σκοπό αυτό. Συγχρόνως με το λινό, αρχίζουν στη Λάπηθο και στον Καραβά να κεντούν λευκαρίτικα , πάνω σε μεταξωτό ύφασμα της περιοχής και με μεταξωτές κλωστές.
Στα σχέδια αυτά γίνεται μια διαφοροποίηση του λευκαρίτικου. Τα μεταξωτά γίνονται με περισσότερα ανεβατά γεμωτά σχέδια και εφαρμόζουν περισσότερο στο κόψιμο και την αφαίρεση μικρού αριθμού κλωστών. Τα σχέδια μοιάζουν στην τελική τους μορφή, με το αποτέλεσμα του λευκαρίτικου, αλλά παρουσιάζουν διαφορές στον τρόπο της κατάστασής τους. Στο στραόγαζο, εκτός από την τεχνική, διαφέρει και το τελικό αποτέλεσμα.
Σ’όλα τα είδη των κεντημάτων, υπάρχει μια ομοιομορφία υφάσματος και κλωστής που δημιουργεί τέλεια σύνδεση των υλικών με το κέντημα.
Τα πρώτα παλιά λευκαρίτικα διατηρούν από τα ασπροπλούμια τα εξής στοιχεία:
α. Τους διάφορους τύπους γαζιών (βενετικό , παραγαζί , δοντί του κάττου κ.α) , που χρησιμοποιούνται μόνο για την οριοθέτηση και συμπλήρωση των πλουμιών.
β. Τα γεωμετρικά σχήματα, που εξελίσσονται και συνεχίζονται στα πιο σύνθετα και πολύπλοκα σχέδια , τους ποταμούς.
γ. Τα κοπτά, που εμπλουτίζονται σε νέα σχήματα με διαφορετικά μεγέθη.
δ. Τις βελονιές, που συμπληρώνονται με νέες (γεμωτή, τρωπωτή, δετή).
Οι διάφοροι τύποι γαζιών που γίνονται στα ασπροπλούμια και τα λευκαρίτικα, δημιουργούνται με το ξέφτισμα κλωστών στο υφάδι ή το στημόνι του υφάσματος.
Οι κλωστές ανάλογα με το σχέδιο χωρίζονται σε ζεύγη , δένονται , ή πλέκονται Έχουν πλάτος από τρία χιλιοστά μέχρι δύο εκατοστά.
Από τα ασπροπλούμια στα λευκαρίτικα
Το λευκαρίτικο κέντημα έχει τις ρίζες του στα τοπικά ασπροκεντήματα ή ασπροπλούμια του βελονιού, κεντήματα που γίνονται σ’όλες τις περιοχές της Κύπρου, από την Πάφο ως την Καρπασία.
Ασπροπλούμια δε γίνονται σήμερα και τα παλιά που διασώζονται είναι καμωμένα από ντόπιο χοντρό βαμβακερό ύφασμα, χειροποίητο και κλωστές βαμβακερές , που τις έκλωθαν για το σκοπό αυτό.
Τα σχέδια των ασπροπλουμιών είναι απλά, συνήθως γεωμετρικά , χωρίς λεπτομέρειες. Είναι περιορισμένα και επαναλαμβάνονται τα ίδια σ΄όλη την έκταση του κεντήματος. Έχουν ως κύρια χαρακτηριστικά το κόψιμο και την αφαίρεση κλωστών από το ύφασμα, τη χρησιμοποίηση περιορισμένου αριθμού βελονιών και την κατασκευή γαζιών σε διάφορες παραλλαγές. Τα γαζιά συνήθως κλείνουν, ολοκληρώνουν και οριοθετούν τα σχέδια των ασπροπλουμιών.
Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά, μεταφέρονται στο λευκαρίτικο κέντημα , που αρχίζει να παίρνει την δική του ιδιαίτερη μορφή.
Στα Λεύκαρα διατηρείται η τεχνική των ασπροπλουμιών, η οποία βελτιώνεται και διαφοροποιείται, ανάλογα με την επιδεξιότητα της κάθε κεντήτριας .
Παράλληλα, το λευκαρίτικο εμπλουτίζεται και από την τεχνική της δαντέλας « Venise », που γίνεται γνωστή στην Κύπρο κατά την διάρκεια της Ενετοκρατίας (1489-1571). Με την τεχνική της δαντέλας, οι κεντήτριες των Λευκάρων δημιουργούν σχέδια πάνω στο κομμένο ύφασμα και τα διαφοροποιούν, για να τα προσαρμόσουν ανάλογα με τη φαντασία, την καλαισθησία και τη δεξιότητα τους, στο χώρο που θα κεντήσουν. Με τον τρόπο αυτό, δημιουργούνται σχέδια ανεπανάληπτα. Τα σχέδια αυτά ονομάζονται πιττωτά και σ’αυτά περιλαμβάνονται τα γυρουλωτά, τα λιμινωτά και οι καππούδες .
Φυσικά, εκτός από τη δημιουργία της δαντέλας μέσα στα κοπτά ανοίγματα του υφάσματος, τοποθετούσαν πάνω στο ύφασμα δαντέλες τις οποίες κεντούσαν χωριστά
Με την πλούσια εμπειρία που αποκτήθηκε από τα ασπροπλούμια, με την εμφάνιση της δαντέλας και την εφαρμογή της πάνω στο ύφασμα και με την προσθήκη νέων στοιχείων γεμωτών από την φύση και το περιβάλλον, γεννιέται το λευκαρίτικο κέντημα.
Από τα Λεύκαρα, το μικρό χωριό της επαρχίας Λάρνακας , απ’ όπου πήρε το όνομα του το λευκαρίτικο κέντημα, γίνεται γνωστό σε πολλές χώρες.
Σύμφωνα με την παράδοση , την εποχή αυτή επισκέφτηκε την Κύπρο ο περίφημος ζωγράφος της Αναγέννησης Leonardo D a Vinci και φεύγοντας πήρε μαζί του κέντημα , που το δώρισε για την τράπεζα του Καθεδρικού ναού « Duomo » του Μιλάνου.
Η παράδοση αυτή κρατήθηκε μέχρι σήμερα και ξαναζωντάνεψε στις 19 Οκτωβρίου του 1986. Τη μέρα αυτή της καθαγίασης του κυρίως βωμού του Καθεδρικού Ναού « Duomo » του Μιλάνου, η κοινότητα των Λευκάρων , δώρισε κεντημένο τραπεζομάντηλο, που κατασκευάστηκε στα Λεύκαρα, σ’ ανάμνηση και συνέχιση της παράδοσης αυτής. Μ ? αυτό το γεγονός η παράδοση δένεται με την πραγματικότητα.
Στα τέλη του περασμένου αιώνα, οι κάτοικοι των Λευκάρων επισκέπτονται τις πόλεις των γειτονικών χωρών, όπου υπήρχε το ελληνικό στοιχείο την Αλεξάνδρεια , το Κάιρο , τη Σμύρνη , την Κωνσταντινούπολη και κάνουν γνωστά τα λευκαρίτικα κεντήματα. Από την Ελλάδα περνούν σ’ ολόκληρη την Ευρώπη, τις Σκανδιναβικές χώρες και την Αμερική. Οι Λευκαρίτες έμποροι κεντητάρηδες ταξίδευαν ή έμεναν στην Ευρώπη και γύριζαν από σπίτι σε σπίτι, πουλώντας και κάνοντας γνωστά τα κεντήματα τους, ενώ οι Λευκαρίτισσες κεντήτριες , πλουμάρισσες , έμεναν στο χωριό οργανώνοντας την παραγωγή.
Με τον τρόπο αυτό η φήμη τους, γίνεται ξακουστή και το λευκαρίτικο , φτάνει στις αρχές του αιώνα από το 1900 μέχρι το 1930, στους πιο τέλειους συνδυασμούς τεχνικής και αποτελέσματος.